Μοιραστείτε αυτό το Άρθρο

Αξιολογήσεις / Επιλεγμένα

BROOKS Levitate 3

BROOKS Levitate 3
Κατηγορία: Trainer  –  Ουδέτερο πάτημα  –  Βάρος: 325γρ.  –  Drop: 8mm (26/18mm)

 

Το 2018, το Levitate αποτέλεσε το εισαγωγικό μοντέλο της Brooks στο νέο της αφρό, τον DNA AMP. Ακολούθησαν τα Ricochet (πιο ελαφρύ) και το Bedlam (stability), δημιουργώντας μια νέα και διαφορετική σειρά μοντέλων, δίπλα στην γνωστή γκάμα που εξακολουθεί να φοράει τον παραδοσιακό DNA (Biomogo ή Loft).

Το πρώτο Levitate άφησε αρκετές υποσχέσεις, έχοντας ένα πραγματικά διαφορετικό πάτημα σε αίσθηση. Ικανό σαν workhorse αλλά με το αυξημένο βάρος από τη νέα σόλα να το περιορίζει σαν χρήση. Το upper ήταν πολύ σταθερό και ποιοτικό, καταλήγοντας να έχουμε συνολικά ένα πολύ στιβαρό και “σίγουρο” παπούτσι.
Παρότι περιμέναμε από την Brooks να κάνει κάτι με το βάρος του στις επόμενες εκδόσεις, οι όποιες αλλαγές επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στο επάνω μέρος. Πιθανώς, ο DNA AMP δεν έχει πολλά περιθώρια “πειράγματος”, οπότε η σόλα παραμένει ως είχε και στο Levitate 3.

Επάνω μέρος και εφαρμογή

Το FitKnit παραμένει κι εδώ, με μία ύφανση όμως που θυμίζει περισσότερο “πλεκτό” απ’ όσο πριν. Είναι χοντρό, αρκετά πυκνό και με μικρή ελαστικότητα επάνω από τα μετατάρσια, ενώ στα πλαινά είναι εντελώς κλειστό και ανελαστικό. Ο προφυλακτήρας είναι εύκαμπτος και αποτελεί το μοναδικό δομικό στοιχείο στην περιοχή.

Αντίστοιχη είναι η δομή στο midfoot, με το μισό μέρος της γλώσσας να αποτελεί συνέχεια του toe box και των πλαινών και να διαχωρίζεται μόνο στο επάνω τμήμα της. Full bootie και πολύ λίγο αφρώδες στην περιοχή αλλά τα λεπτά κι επίπεδα κορδόνια δεν επιτρέπουν καμμία πίεση.

Σχεδόν όλο το midfoot αποτελείται από ένα ενιαίο κομμάτι υφάσματος.

Τις τάσεις της εποχής ακολουθεί και η σχεδίαση γύρω από την φτέρνα. Το παραδοσιακά πλούσιο αφρώδες της Brooks απουσιάζει από το κολάρο και στην θέση του έχουμε ένα ελαστικό χείλος στο επάνω μέρος και ένα παχύ μαξιλαράκι εσωτερικά. Το αφρώδες του είναι αρκετά μαλακό και αγκαλιάζει όλη την περιοχή.

Το original Levitate είχε μια πιο σφιχτή και performance εφαρμογή. Στο νέο μοντέλο τα πράγματα είναι πιο χαλαρά, χωρίς παρ’ όλα αυτά να θυσιάζεται το κράτημα. Το toe box είναι άνετο αλλά η περιορισμένη ελαστικότητα του υφάσματος δεν το αφήνει να συμπεριφερθεί όπως άλλα αντίστοιχα πλεκτά.
Ίδια αίσθηση και στο midfoot, με το πιο stretchy υλικό στην ράχη του ποδιού να δουλεύει μαζί με το πόδι και τελικά το σφίξιμο των κορδονιών να έχει δευτερεύοντα ρόλο.

Η φτέρνα συγκρατείται σωστά και το εσωτερικό αφρώδες, παρότι λιγότερο από πριν, δίνει μια ωραία αίσθηση στο σημείο και χωρίς υπερβολές. Γενικότερα, βρίσκεις εύκολα στο Levitate το δέσιμο που θες και το πιθανότερο είναι πως δεν θα ασχοληθείς ξανά μαζί του καθ’ όσο τρέχεις. Ναι μεν λείπει η περίσσεια “πολυτέλεια” που συναντάς στα υπόλοιπα Brooks, δεν λείπει όμως η άνεση. Κι όπως έχουμε ξαναπεί, λιγότερο αφρώδες σημαίνει και πιο εύκολη ρύθμιση της εφαρμογής, όπως και καλύτερη συμπεριφορά όταν στρίβεις. Επιπλέον, δείχνει και πιο μοντέρνο εμφανισιακά.

To upper δεν θα σε προβληματίσει πουθενά, είτε πρόκειται για πολύωρο τρέξιμο, είτε αν ανοίξεις λίγο ρυθμό και θες να το νοιώσεις πιο σίγουρο. Βάζω έναν αστερίσκο για το θέμα της διαπνοής τους ζεστούς μήνες, αφού το πλεκτό είναι σχετικά χοντρό και πυκνό.
Όπως συμβαίνει με όλα τα μοντέλα της εταιρείας, το sizing είναι απολύτως κανονικό.

Το εσωτερικό αφρώδες συγκρατεί καλά το πίσω μέρος του ποδιού κι είναι και άνετο.

Σόλα και πάτημα

Ας θυμηθούμε τι ακριβώς είναι το DNA AMP. Αντί των μικρών κυψελών θερμοπλαστικής πολυουρεθάνης (TPU), θερμοκολλημένων μεταξύ τους, που συναντάμε σε άλλες σόλες εταιρειών, εδώ έχουμε πολυουρεθάνη (PU), η οποία παίρνει το σχήμα που θέλουμε μέσα στο καλούπι της σόλας. Έχει μια πολύ πιο πυκνή και συμπιεσμένη δομή, αλλά διαφέρει και ως οπτικό αποτέλεσμα σε σχέση με τα σφαιρίδια των Boost, Everun και των λοιπών. Γύρω από την PU υπάρχει ένα κέλυφος από TPU (ασημί χρώμα), το οποίο περιβάλλει όλο το κυρίως υλικό και αποτελεί το τοίχωμα της σόλας.

Ο συνδυασμός αυτό αποσκοπεί στην σταθεροποίηση της εσωτερικής πολυουρεθάνης και την αποφυγή του οριζοντίου “απλώματός” της κατά την επαφή με το έδαφος. Με αυτόν τον τρόπο, η συμπίεση και αποσυμπίεση της σόλας γίνεται σχεδόν μόνο κατά τον κάθετο άξονα και κατά την φορά της κίνησης. Θα το δούμε και παρακάτω.

Η εξώσολα παραμένει ολόιδια με πριν, full contact και με πλήρη κάλυψη από παχύ λάστιχο. Παρόλο που θα περίμενε κανείς να είναι θορυβώδης με τόσο λάστιχο, το Levitate κινείται ήσυχα στον δρόμο. Περιττό δε να πούμε, ότι εξασφαλίζει μέγιστη ανθεκτικότητα. Το μοτίβο από κάτω, παρά τις μεγάλες αυλακώσεις, δεν επιτρέπει την ευκαμψία που θα υποθέταμε, πιθανώς όμως έχει να κάνει με την πυκνότητα της μεσόσολας.

Το λάστιχο καλύπτει όλη την επιφάνεια της εξώσολας, παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται, κατά την γνώμη μας.

To Levitate έχει ένα πολύ ιδιαίτερο πάτημα, το οποίο δε μοιάζει σχεδόν με τίποτε άλλο. Το rebound της σόλας κατά την αποσυμπίεση είναι αρκετό και αντιληπτό. Δεν γνωρίζω αν αυτό οφείλεται στην πολυουρεθάνη αυτή καθαυτή ή στο ότι βρίσκεται “εγκλωβισμένη” στο TPU περίβλημα (πιθανώς και στα δύο), γεγονός πάντως είναι πως η “επιστροφή ενέργειας” είναι κατευθυνόμενη επάνω και προς τα εμπρός. Το νοιώθεις αυτό, σαν ο αφρός να δουλεύει μέσα σε ένα κανάλι. Προσγειώνεσαι, είτε στην φτέρνα είτε πιο μπροστά, πολύ σταθερά και ανέξοδα, χωρίς να υπάρχει πλευρική ή οριζόντια παραμόρφωση του υλικού. Σίγουρα έχει να κάνει και με το ότι η PU εδώ είναι πολύ πιο συμπαγής και σφιχτή από την TPU σε άλλα μοντέλα, εν τούτοις φαίνεται πως η ιδέα του εξωτερικού τοιχώματος δουλεύει στην πράξη. Δεν είναι απλά ότι αισθάνεσαι το bounce και την ελαστικότητα του υλικού, είναι κι ότι σε σπρώχνει προς τα εκεί που πρέπει.

Το Levitate έχει πολύ cushioning, δεν τίθεται θέμα επ’ αυτού. Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος που το δίνει είναι εντελώς διαφορετικός από άλλες σόλες με αντίστοιχα υλικά. Κι αυτός είναι ο πρώτος αστερίσκος. Ο αφρός είναι αρκετά σφιχτός, τόσο λόγω σύνθεσης όσο και της συνύπαρξής του με το TPU. Έχει ενιαία αίσθηση από πίσω μέχρι εμπρός, εν αντιθέσει με τις Boost σόλες που το cushioning επικεντρώνεται στην φτέρνα, ενώ το “βούλιαγμα” μέσα στο υλικό είναι ελάχιστο, ακόμη κι αν πατήσεις τέρμα πίσω. Για να έχετε μια εικόνα, τα Glycerin και Ghost έχουν πολύ πιο μαλακό πάτημα από το Levitate. Όχι όμως απαραίτητα και πιο προστατευτικό. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς και από το ότι το πόδι δεν ταλαντώνεται, δεν δονείται κατά την προσγείωση. Εκεί που προσγειώνεσαι, εκεί ακριβώς μένεις και συνεχίζεις προς τα εμπρός.

Η συμπίεση της σόλας είναι ελάχιστη.

Εκτός από προστατευτική, η βάση του Levitate είναι και ιδιαίτερα σταθερή. Με το να συγκρατείται ο αφρός και να δουλεύει κυρίως κάθετα, το πόδι δύσκολα ξεφεύγει από την ουδέτερη θέση. Θυμίζει ελαφρώς μοντέλα με stability χαρακτηριστικά, χωρίς όμως να έχει κανένα τέτοιο. Ή αν θέλετε, ολόκληρο το TPU περίβλημα είναι ένα εγγενές τέτοιο χαρακτηριστικό. Αυτό κάνει το νέο Brooks ιδανικό για βαρύτερους δρομείς ή και εκείνους που πρηνίζουν περισσότερο.

Ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, το transition του Levitate είναι αρκετά σβέλτο για παπούτσι της κατηγορίας αυτής.
Το θέμα είναι πως το Levitate ζυγίζει πολύ κι αυτός είναι ο δεύτερος αστερίσκος. Η PU, η TPU και η πλήρης κάλυψη από κάτω με λάστιχο, προσθέτουν πολλά γραμμάρια στο παπούτσι. Κι επειδή το επάνω μέρος είναι αρκετά ελαφρύ ως κατασκευή, όλο αυτό το βάρος επικεντρώνεται κάτω από το πέλμα σου.
Παρ’ όλα αυτά, στον δρόμο το παπούτσι έχει ελαφρύτερη αίσθηση. Είτε επειδή το rebound είναι μεγάλο, είτε επειδή το πάτημα είναι πιο “ευθύβολο”, είτε ακόμη επειδή το συνηθίζεις, τελικά σηκώνεται πιο εύκολα απ’ όσο θα περίμενε κανείς.

Το είπαμε και στην αρχή όμως, το αυξημένο βάρος είναι το αντίτιμο για όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η πολυουρεθάνη. Αν δεν ζύγιζε τόσο, άνετα το Levitate θα είχε και μια πιο performance πλευρά. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, η γνώμη μου είναι ότι δεν χρειάζεται τόσο πολύ λάστιχο από κάτω. Ούτε σε εύρος κάλυψης ούτε σε πάχος. Κι είναι κάτι που ισχύει για όλα τα μοντέλα της εταιρείας. Με αυτόν τον τρόπο, και το παπούτσι θα ελάφραινε αρκετά αλλά και το πάτημα θα γινόταν πιο μαλακό και γλυκό. Πέραν αυτών, θα έδινε και κάποια επιπλέον ευκαμψία μπροστά, κάτι που λείπει από το Levitate όταν κινείσαι σε αργούς ρυθμούς.

Η σόλα του Levitate είναι αρκετά άκαμπτη μπροστά.


Συμπέρασμα

Καταλήγοντας, αναπόφευκτα τίθεται το ερώτημα για το πού απευθύνεται το μοντέλο της Brooks. Θεωρητικά ανήκει στην ίδια κατηγορία με το Glycerin, το οποίο όμως είναι αρκετά ελαφρύτερο και μαλακό. Πιστεύω ότι το Levitate θα βόλευε ιδιαίτερα βαρύτερους δρομείς, οι οποίοι θα συμπίεζαν υπερβολικά μαλακές σόλες όπως του Glycerin ή του Ghost. Θα τους προσέφερε μεγάλη σταθερότητα, στιβαρό πάτημα και φυσικά, μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, λόγω πολυουρεθάνης.
Επίσης, δρομείς που χρησιμοποιούν μοντέλα της premium cushioned κατηγορίας για όλες τα τρεξίματά τους, θα μπορούσαν άνετα να δουλέψουν με το Levitate στις πιο γρήγορες προπονήσεις τους, χωρίς να θυσιάσουν την απαιτούμενη προστασία.

Μοιραστείτε αυτό το Άρθρο

Ο Νίκος Πήλικας είναι ερασιτέχνης δρομέας. Επειδή όμως δεν είναι καλός στο τρέξιμο, ασχολείται και με τα παρελκόμενα αυτού (π.χ. παπούτσια). Απ' ό,τι λένε, είναι καλύτερος σε αυτά...

5 Σχόλια

  1. Μιας κι έπεσα πάνω του και για να βοηθήσουμε και τα καταστήματα, Brooks βρίσκετε εδώ online:
    https://www.shopandtrade.gr/en/eshops/brooks?fbclid=IwAR2JLjaFq_oLrevoxHy1X4QBeKEZFQPiieS_YSTxjtXwq2mMPCKWIuVgr4Q

  2. Παντα ειχα την απορια για τα χαρακτηριστικα αυτης της “περίεργης” ασημί σόλας.
    Ολες οι αποριες απαντηθηκαν.
    Thankss!!

  3. Οταν βλεπω τα δακτυλα ΄΄ταναλια΄΄ να πατανε το υλικο και αυτο να μην βουλιαζει…προβλεπεται πολυ ξυλο απο κατω….
    Νικο να φτιαξεις υποκατηγοριες παπουτσιων πχ για σκληρους ανδρες, ή για τρυφερα ποδια κλπ

  4. Εχω τα levitate 1 με τα οποία εχω τρέξει και ΚΜΑ. Απο τα παπούτσια που εχω τρέξει εως τώρα είναι το παπούτσι που δε με προβλημάτισε σε τίποτα από το πρωτο χιλιόμετρο. Ακόμη και με τα ghost μια ενόχληση στα πέλματα μετά τα 15 την αισθάνομαι. Αν και βαρυ παπούτσι δεν το νοιώθω καθόλου στο δρόμο ! Είμαι 185 με 82 κιλά. Ελπίζω το levitate 3 να είναι όπως και το 1.

  5. @thanos-s Ολόιδια είναι η σόλα Θάνο, μόνο το επάνω αλλάζει.
    Δεν είναι τόσο σταθερό όσο του V1 αλλά είναι πιο άνετο σαν εφαρμογή.

Αφήστε μια απάντηση