Αρχική / Απόψεις / Το κυνήγι του ιδανικού δρομικού form

Μοιραστείτε αυτό το Άρθρο

Απόψεις / Επιλεγμένα

Το κυνήγι του ιδανικού δρομικού form

Το κυνήγι του ιδανικού δρομικού form

Το 2011, δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου Born to Run που πυροδότησε τη νέα τάση του φυσικού τρεξίματος και των minimal παπουτσιών, ο συγγραφέας του, Christopher McDougall, έκανε την εξής διευκρίνιση: “Η απάντηση στο πώς θα τρέχουμε καλύτερα, δεν αφορά τα παπούτσια. Αφορά το δρομικό στυλ”. Πέρα από το να εγκαταλείψουν τα χοντρόσολα παπούτσια τους, οι άνθρωποι έπρεπε πρωτίστως να μάθουν πώς να τρέχουν σωστότερα. Υπήρχε όμως ένα πρόβλημα: κανείς δεν μπορούσε να συμφωνήσει ποιο ήταν το ιδανικό form, ούτε και για το ποια στοιχεία είχαν σημασία. Απαιτείτο έρευνα, οπότε οι επιστήμονες σε όλο τον κόσμο άρχισαν να εργάζονται επάνω σε αυτό.

Τα αποτελέσματα των μελετών δεν ήταν εύκολο να ερμηνευθούν, όντας πολλές φορές και αντιφατικά. Σε μια προσπάθεια να δοθεί μεγαλύτερη σαφήνεια, μια ομάδα κορυφαίων ερευνητών εμβιομηχανικής από όλο τον κόσμο αποφάσισε να συγκεντρώσει τα υπάρχοντα δεδομένα. Επικεντρώθηκαν στην δρομική οικονομία, έναν δείκτη αποδοτικότητας του αθλητή, ο οποίος ποσοτικοποιεί την ενέργεια που απαιτείται για να διατηρήσεις έναν συγκεκριμένο ρυθμό. Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν νωρίτερα φέτος στο περιοδικό Sports Medicine, προσφέρουν μερικές ενδείξεις για το πώς μπορούμε να τρέξουμε αποδοτικότερα. Αλλά εγείρουν και ένα ερώτημα: Υπάρχει πραγματικά «ένας και μόνο ιδανικός τρόπος» για να τρέxουμε;

Τα νεότερα ευρήματα για το δρομικό form

Αυτή η νέα μετα-ανάλυση έγινε υπό την καθοδήγηση του Bas Van Hooren, αθλητικού επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο του Maastricht στην Ολλανδία και ελίτ δρομέα με ρεκόρ 28:41 στα 10Κ και 63:34 στα 21.1Κ. Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του συγκέντρωσαν δεδομένα από 51 μελέτες, με περισσότερους από 1.000 συμμετέχοντες συνολικά, αναζητώντας τα σχετικά μοτίβα. Το πιο αξιοσημείωτα ευρήματα ήταν αυτά που δεν βρήκαν. Το μήκος διασκελισμού δεν συσχετίστηκε με την δρομική οικονομία. Ούτε η γωνία του αστραγάλου, του γονάτου ή του ισχίου, ο χρόνος επαφής με το έδαφος, οι μέγιστες κάθετες δυνάμεις ή τα μοτίβα ενεργοποίησης των μυών, όπως μετρήθηκαν με ηλεκτρόδια. Αντίθετα από ό,τι είχαν υποθέσει ο McDougall και πολλοί άλλοι, η προσγείωση στη φτέρνα δεν βρέθηκε να είναι καλύτερη ή χειρότερη από την προσγείωση στο μέσο ή το μπροστινό μέρος του ποδιού.

Η ανάλυση βρήκε μία μικρή αλλά στατιστικά σημαντική σύνδεση μεταξύ συχνότητας διασκελισμού (πόσα βήματα κάνετε ανά λεπτό) και οικονομίας. Αυτό υποδηλώνει ότι μία μικρή αύξηση των βημάτων θα μπορούσε πιθανώς να βελτιώσει την δρομική οικονομία σας, αν και αυτή η ιδέα αμφισβητείται από πολλούς. Η μικρότερη κάθετη αναπήδηση και τα σφιχτότερα πόδια που λειτουργούν σαν σκληρά «ελατήρια», επίσης φάνηκε να βοηθούν, χαρακτηριστικά που μπορούν να αναπτυχθούν με πλειομετρικές ασκήσεις και ενδυνάμωση.

Μπορεί να μην υπάρχει ιδανικό στυλ τρεξίματος

Ωστόσο, η γενική εικόνα είναι ότι τα στοιχεία του “πατήματος” που μπορούμε να μετρήσουμε, μπορεί τελικά να έχουν μικρή επίδραση στο πόσο αποδοτικό είναι το πάτημα αυτό καθαυτό. Απ’ την άλλη, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ένα ωραίο και σωστό δρομικό στυλ, σύμφωνο με τους θεωρητικούς “κανόνες”, είναι και αποδοτικό. Τα δεδομένα όμως δεν υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό. Πριν από λίγα χρόνια, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Tennessee State έστειλαν βίντεο πέντε δρομέων σε 121 προπονητές και τους ζήτησαν να τους κατατάξουν βάσει της δρομική οικονομίας τους, πάντα σύμφωνα με την εικόνα που έβλεπαν. Οι προπονητές απέτυχαν πλήρως να κατατάξουν σωστά τους δρομείς, όσο έμπειροι κι αν ήταν.

Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι γιατί ενώ έχουμε τόσες πολλές έρευνες, τα ευρήματα είναι τόσο λίγα. «Δεν νομίζω ότι υπήρξαν πολλές αλλαγές στα βασικά σημεία που στοχεύαμε», λέει η Isabel Moore, ερευνήτρια στο Cardiff Metropolitan University και συνεργάτις στην μετα-ανάλυση. Σε αυτό το σημείο, δεν είναι απαραίτητα η έλλειψη δεδομένων το πρόβλημα. Αντιθέτως, μπορεί να οφείλεται στο ότι το ανθρώπινο σώμα είναι απλά υπερβολικά μεταβλητό. Οι άνθρωποι έχουν διαφορετικά σχήματα, μεγέθη, αναλογίες άκρων και αναπτυξιακό παρελθόν, επομένως ο ιδανικός διασκελισμός του καθενός να είναι μοναδικός. «Δεν νομίζω ότι θα μπορέσουμε ποτέ να προσδιορίσουμε έναν καλό form που να ταιριάζει σε όλους», λέει η Moore.

Ο Rodger Kram, ένας έμπειρος ερευνητής εμβιομηχανικής στο Πανεπιστήμιο του Colorado, του οποίου το έργο αναφέρεται πολλές φορές στη νέα ανασκόπηση, είναι επίσης σκεπτικός για το αν περισσότερες μελέτες θα φέρουν και περισσότερες απαντήσεις στο ερώτημα. «Η αποσαφήνιση των συσχετισμών μεταξύ δρομικής οικονομίας και εμβιομηχανικής, είναι ένα πολύ δύσκολο αίνιγμα και οι μέσοι όροι των δειγμάτων δεν φαίνεται να είναι ο σωστός τρόπος», λέει. «Αλλιώς θα είχαμε λύσει το πρόβλημα από το 1980».

Πρόληψη τραυματισμών

Πέραν της αποδοτικότητας, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε το ζήτημα του δρομικού στυλ και για άλλους λόγους. Μπορεί η εξοικονόμηση ενέργειας να μας κάνει γρηγορότερους, η αποφυγή όμως τραυματισμών είναι εξίσου υψηλή προτεραιότητα για πολλούς δρομείς. Ο τρόπος τρεξίματος που υιοθετούμε μπορεί να προσαρμόζεται εν μέρει και από ένα ένστικτο αποφυγής της επιβάρυνσης μεμονωμένων μυών ή τενόντων. Κι είναι κάτι που όπως έχει αποδειχθεί, γίνεται αυτόματα από τον εγκέφαλο. Αυτό είναι πιθανό να επιδρά στην σχέση μεταξύ εμβιομηχανικής και δρομικής οικονομίας. Και η προσπάθεια διαχείρισης και διόρθωσης στοιχείων του διασκελισμού σας, έχει ένα κόστος: αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι ακόμη και η απλή εστίαση στον τρόπο πατήματος, αντί αυτό να προκύπτει ελεύθερα, μειώνει την δρομική οικονομία κατά ένα ποσοστό.

Πρέπει λοιπόν να προσπαθούμε να τρέξουμε “σωστότερα”; «Θα έλεγα ότι είναι κάτι που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν», λέει ο Van Hooren, «αλλά όχι ως κύριο παράγοντα, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι θα αυτοβελτιστοποιηθούν με την επαρκή προπόνηση». Αυτό είναι ένα βασικό σημείο: ένα ερευνητικό εύρημα που είναι αδιαμφισβήτητο, είναι ότι γινόμαστε πιο αποδοτικοί με την εμπειρία. Στοιχεία όπως για παράδειγμα οι ασκήσεις ενδυνάμωσης, μπορεί να επιταχύνουν αυτή την αυτοβελτίωση, αλλά δεν είναι σαφές ότι τελικά καταλήγεις απαραίτητα και με το ιδανικό στυλ. Υπό αυτή την έννοια, ο Ed Whitlock, ο θρύλος των masters marathons, που έτρεξε 2:54 σε ηλικία 73 ετών, ίσως είχε τη σωστή προσέγγιση. Σε μια συζήτηση σε κάποιο πάνελ για την επιστήμη του τρεξίματος, πριν από τον Μαραθώνιο του Τορόντο, διάφοροι ειδικοί εξέφραζαν απόψεις σχετικά με τη διατροφή, την ιδανική προπόνηση και αναπόφευκτα, το δρομικό στυλ. Καθώς το form του Whitlock παρέμενε “ρευστό” και δυναμικό ακόμη και στα ογδόντα του χρόνια, όλοι περιμέναν με ανυπομονησία να αποκαλύψει το μυστικό του. «Απλά τρέχω», είπε.

 

Μοιραστείτε αυτό το Άρθρο

Ο Νίκος Πήλικας είναι ερασιτέχνης δρομέας. Επειδή όμως δεν είναι καλός στο τρέξιμο, ασχολείται και με τα παρελκόμενα αυτού (π.χ. παπούτσια). Απ' ό,τι λένε, είναι καλύτερος σε αυτά...

10 Σχόλια

  1. Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνομαι “σωστά” αλλά η “αποτυχία” μοντελοποίησης του ιδανικού δρομικού form είναι κατά κάποιο τρόπο ο θρίαμβος της διαφορετικότητας και της μοναδικότητας του καθένα από εμάς. Πολύ ενδιαφέρον άρθρο, τροφή για σκέψη!

  2. @demetris Προφανώς! Kι όσοι έχουν ζήσει εκείνη την εποχή, θα θυμούνται ότι οι θιασώτες του “φυσικού τρεξίματος” είχαν φτάσει στα όρια της αίρεσης με τον τρόπο που αντιμετώπιζαν το θέμα και τους κανόνες που έθεταν. Κοινώς, μας τα είχαν κάνει τσουρέκια!

  3. Εγώ από πολύ μικρός (το 85-90) είχα μάθει ότι στις μεγάλες αποστάσεις αυτό που παίζει ρόλο είναι το κέντρο βάρους του σώματος, οσο είναι δυνατών, να βρίσκετε σε μια ευθεία και όχι καμπύλη γραμμή. Να μην πηγαίνεις πάνω κάτω δηλαδή.

    Και νομίζω ότι ο μικρότερος και συχνότερος διασκελισμός βοηθάει σε αυτό.

  4. Για άλλη μιά φορά αποδεικνύεται, και ειδικά στον αθλητισμό, όπου συμμετέχει μία τέλεια «μηχανή» όπως είναι το ανθρώπινο σώμα, ο κανόνας είναι ότι δεν υπάρχει κανόνας. Και γι αυτό τελικά οι τόσες διαφορετικές απόψεις και κριτικές για τα μοντέλα δρομικών παπουτσιών.

  5. @echetlos
    Ξεκίνησα να τρέχω το 2012 και επηρεάστηκα αρκετά από την ιδέα του minimalist running shoe που ήταν διάχυτη εκείνη την εποχή. Τα πρώτα μου ζευγάρια ήταν από τη σειρά Free της Nike και σταδιακά φλέρταρα και με την ιδέα του barefoot running.
    Λίγο αργότερα διάβασα το Born to Run και πραγματικά απογοητεύτηκα… Δε μου άρεσε καθόλου το βιβλίο!
    Μου φάνηκε μέτρια γραμμένο(ίσως σ’αυτό να έπαιξε ρόλο και η μετάφραση), αλλά κυρίως πολύ φαντασμένος ο συγγραφέας. Γενικότερα μου φάνηκε πολύ overhyped αυτό για το οποίο προσπαθούσε να πείσει, με σαθρά επιχειρήματα, αλλαζονικές επιθέσεις σε γνωστούς δρομείς με τους οποίους δε συμφωνούσε κλπ.
    Επίσης τελικά τι πέτυχε; Έστησε ένα πανηγυράκι γύρω από τους Tarahumara πράγμα εντελώς αντίθετο με τις αρχικές προθέσεις του, τουλάχιστον έτσι όπως ισχυριζόταν.
    Τελοσπάντων η ουσία βρίσκεται αλλού, πέρα από τα παπούτσια, όπως πολύ όμορφα περιγράφεται στο άρθρο που δημοσίευσε το gorun με τίτλο “Επανεξετάζοντας τον μύθο των Tarahumara”.
    Σήμερα έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο την αποθέωση του μαξιμαλισμού που κατά τη γνώμη μου είναι επίσης λάθος. Από το παρελθόν πάντως κρατάω το ότι έκανα πολλά χιλιόμετρα με μινιμαλιστικά και ελεύθερα παπούτσια και δυνάμωσαν τα πόδια και τα πελματά μου.

  6. @demetris Συμφωνώ περί McDougall, Δημήτρη.

    Σχετικά με την τελευταία σου παράγραφο…
    Εξακολουθούν να μου αρέσουν και πιο απλά μοντέλα (π.χ. SL2). Ή και να τρέχω επίτηδες με κάποια εντελώς old school κι ας μην μου αρέσουν. Την Τρίτη, μετά από Κυριακάτικο LR και Δευτεριάτικο πρόγραμμα, έκανα το ελεύθερο με SL1 (ακόμη ψάχνω το σφράγισμα). Για 1-2 χλμ κοπανιόμουν αλλά μετά ήμουν οκ.
    Ποιος ο λόγος, θα μου πεις… Διότι δεν θέλω να συνηθίζει το νευρικό σύστημα στα “εύκολα” μοντέλα και μετά να μην καταλαβαίνω την διαφορά. Περισσότερο ως απόλαυση όμως, όχι ως απόδοση. Μ’ αρέσει να μου κάνει εντύπωση ένα παπούτσι και να ασχολούμαι μαζί του. Κι ας υποτίθεται πως το καλύτερο είναι αυτό που δεν ασχολείσαι μαζί του.
    Κανονικά ωστόσο, θα έπρεπε να φοράω τα πιο basic μοντέλα για να δυναμώσω, όπως σωστά είπες. Να δουλεύει η ποδοκνημική, να απορροφάται ο κραδασμός από τους ιστούς και όχι μόνο από την σόλα, κτλ κτλ. Έτσι δεν είναι; Θεωρητικά, έτσι είναι.
    Γιατί όμως να το κάνω αυτό; Στα 53 μου, έχω το μέλλον μπροστά μου και πρέπει να δουλέψω “σωστά”; Είναι η υπόλοιπη καθημερινότητά μου έτσι φτιαγμένη, ώστε να μπορώ να αποκαθίσταμαι από το επιπλέον φορτία που θα έχω πάρει; Ή αποτελεί επιβράβευση ένα ταλαιπωρημένο σώμα;
    Με τα σύγχρονα, μάξιμαλ μοντέλα, τρέχεις πιο ξεκούραστα και μένεις και πιο ξεκούραστος. Κι αν δεν κάνεις το λάθος να πας πιο γρήγορα αλλά τα εκμεταλλευτείς για να βγάλεις μεγαλύτερο προπονητικό όγκο, θεωρώ ότι θα έχεις και βελτίωση. Αν ήμουν πιτσιρικάς (αθλητής ή αθλούμενος), σίγουρα θα ήταν απαραίτητες οι προσαρμογές περνώντας απ’ όλα τα στάδια, αντί του shortcut που σου προσφέρουν τα χοντρόσολα. Δεν είμαι όμως, όπως δεν ειναι και οι περισσότεροι από εμάς.
    Ξαναλέω, παρ’ όλα αυτά: κανονικά απαιτούνται όλων των ειδών τα ερεθίσματα, απλά δεν έχω καταλήξει στις αναλογίες.

  7. Νίκο τα είπες όλα με την φράση “Ή αποτελεί επιβράβευση ένα ταλαιπωρημένο σώμα;”. Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των δρομέων είτε κάνει 2-3 jog την εβδομάδα είτε ultramarathons θα επιλέξει παπούτσια με πολλούς παράγοντες που πολλές φορές στα μάτια κάποιων ειδικών μπορεί να στερούνται λογικής. Συμφωνώ μαζί σου και είμαι της ίδιας άποψης ότι πρέπει να βάζουμε στην σωστή βάση ατομικά ο καθένας το τι θέλουμε να κάνουμε και να πορευτούμε στην συνέχεια με παπούτσια κλπ. Ωστόσο, στο σημείο αυτό μπαίνουν τα οικονομικά του καθένα, η αντίληψη, το πόσο τον “πιάνει” το μάρκετινγκ και πολλοί άλλοι παράγοντες ακόμα και το γούστο (ξέρω δρομείς που διαλέγουν παπούτσια που τους αρέσουν οπτικά)! Δεν είναι λάθος κανένας.
    Ωστόσο, παρατηρώντας ένα παιδί αθλητή μικρών αποστάσεων πανελληνίου επιπέδου, βλέπω ότι έχει rotation από max cushioning μέχρι spikes (προφανώς). Συνεπώς είναι θέμα αναλογιών όπως σωστά είπες με βάση αυτό που κυνηγάει ο καθένας.

  8. @echetlos Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου. Δεν υπερασπίζομαι μόνο μια άποψη είμαι οπαδός του πλουραλισμού. Άλλωστε κοντεύω κι εγώ τα 49 και στο rotation μου χρησιμοποιώ τόσο λεπτόσολα όσο και πιο cushioning παπούτσια. Αν και απολαμβάνω την επαφή με το έδαφος, τη σπιρτάδα και την ελαφριά αίσθηση που προσφέρουν τα “γρήγορα” παπούτσια πιο συχνά επιθυμώ κάτι που να μην ταλαιπωρεί το σώμα μου. Ψάχνω κι εγώ την αναλογία η οποία φυσικά και εξαρτάται από την εκάστοτε φάση που περνάει το σώμα μου. Max cushioning, με τα τελευταία δεδομένα, δεν έχω δοκιμάσει ακόμα κυρίως λόγω υψηλών τιμών. Είναι σημαντικό να ακούμε το σώμα μας και να προσαρμοζόμαστε ανάλογα αλλά κι αυτό θέλει πολύ ψάξιμο και εμπειρία.

    @theolvs16 Πολύ σωστά αναφέρεις τα οικονομικά του καθένα, καθώς οι τιμές έχουν ξεφύγει πια, τον αντίκτυπο του marketing και το γούστο.

  9. Συντρέχτες, το τρέξιμο είναι άθλημα αλλά είναι και χόμπι. Η προπόνησή σου το κάνει άθλημα, σχεδόν οοοοολα τα υπόλοιπα τριγύρω του το κάνουν χόμπι. Αν δεν υπήρχε και η δεύτερη ιδιότητά του, πιθανώς να μην μπορούσαμε να αντέξουμε και την πρώτη. Αρκετοί από εμάς. Κάτι τόσο μονοδιάστατο και συχνά ψυχαναγκαστικό, θέλει και κάποιο αμπαλάζ για να ξεγελιέσαι.
    Οπότε, κάνουμε ό,τι μας αρέσει. Αδιαφορούμε για όλα τα “πρέπει”, αν μας αγχώνουν, φοράμε Adios Evo Pro 1 για τον 6ωρο μαραθώνιό μας, αν αυτό μας ευχαριστεί.-
    Κι αν κάνουμε και λάθη και τραυματιστούμε ή δεν αποδώσουμε, ούτε συμπαίκτες έχουμε να απολογηθούμε, ούτε χορηγούς να δυσαρεστηθούν.

  10. @echetlos
    “Προφανώς! Kι όσοι έχουν ζήσει εκείνη την εποχή, θα θυμούνται ότι οι θιασώτες του “φυσικού τρεξίματος” είχαν φτάσει στα όρια της αίρεσης με τον τρόπο που αντιμετώπιζαν το θέμα και τους κανόνες που έθεταν. Κοινώς, μας τα είχαν κάνει τσουρέκια!”

    Πεσ’τα χρυσόστομε!!!

Αφήστε μια απάντηση