Την Κυριακή στο Σικάγο, η Ruth Chepngetich έδωσε μία εντελώς νέα διάσταση στο αγώνισμα του μαραθωνίου.
Με 2:09:56, η 30χρονη Κενυάτισσα έγινε η πρώτη γυναίκα που έσπασε το το φράγμα του 2:10, συντρίβοντας το έτσι κι αλλιώς εντυπωσιακό 2:11:53 της Αιθιόπισσας Tigst Assefa πέρυσι στο Βερολίνο.
Σε πολύ καλές καιρικές συνθήκες και πίσω από τους δύο άνδρες λαγούς της, πέρασε τα 21.1Κ σε 1:04:16 (5η καλύτερη επίδοση στην ιστορία, αν και μέσα σε μαραθώνιο), αφήνοντας πολύ πίσω τον ανταγωνισμό, ο οποίος περιελάμβανε επτά sub-2:20 δρομείς.
Η παγκόσμια πρωταθλήτρια του 2019 και δύο φορές νικήτρια του Chicago Marathon (2021,2022), όχι μόνο έσπασε το WR κατά σχεδόν 2 λεπτά αλλά βελτίωσε δραματικά και το ΡΒ της (2:14:18, Σικάγο 2022). Μία εξωπραγματική επίδοση, η οποία σίγουρα κατατάσσεται στις σπουδαιότερες που έχουμε δει ποτέ στο τρέξιμο γενικότερα.
Για πολλά χρόνια, το όριο του 2:15 έμοιαζε ανυπέρβλητο, με το 2:15:25 της Αγγλίδας Paula Radcliffe να παραμένει ανέγγιχτο από το 2003. Με την έλευση και των super shoes, το 2019 η Κενυάτισσα Brigid Kosgei τελικά το κατέρριψε με 2:14:04 και πάλι στο Σικάγο. Το ρεκόρ της Radcliffe άντεξε 16 χρόνια και μόνο πέντε αθλήτριες το έχουν ξεπεράσει ως επίδοση έκτοτε.
Από το 2017 που μπήκε στον μαραθώνιο, η Chepngetich είχε μία αξιοσημείωτη παρουσία αλλά σε καμμία περίπτωση δεν προμήνυε τέτοια εξέλιξη. Ξεκίνησε με 2:22:36, 2:18:35 το 2018 και 2:17:08 λίγο αργότερα. Κέρδισε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην καυτή Doha με 2:32:43 το 2019 και μετά κυμάνθηκε στο 2:22 το 2020 και 2021. Τα πράγματα πήραν άλλη τροπή το 2022 στο Σικάγο, όπου έγραψε 2:14:18, χάνοντας το WR για 14″. Πέρυσι τερμάτισε δεύτερη και πάλι στο Σικάγο (2:15:37), πίσω από την Sifan Hassan που έκανε το ντεμπούτο της στο αγώνισμα (2:13:44).
Σίγουρα σπουδαίες επιδόσεις αλλά το 2:10 είναι εντελώς άλλο επίπεδο. Ή μάλλον ήταν. Για να καταλάβετε, κάποιοι υπολογισμοί το αντιστοιχούν σε sub-4′ μίλι ή 28:06 για τα 10.000m.
Πρέπει αυτή η παραμυθένια εξέλιξη να αποτελέσει έμπνευση για όλους εμάς, ότι δηλαδή μπορούμε να φτάσουμε μέχρι εκεί που δεν πιστεύαμε; Μήπως ένα τέτοιο επίτευγμα είτόσο υπερβατικό που δεν μπορούμε καν να συνδεθούμε μαζί του; Ή πρέπει απλά να αναρωτιόμαστε αν οι ελίτ επιδόσεις είναι τόσο καλές για να είναι αληθινές;
Το κατόρθωμα της Chepngetich είναι εξωπραγματικό. Αλλά όπως και τα περισσότερα από τα παγκόσμια ρεκόρ που βλέπουμε τελευταία, ιδίως εκείνα που προέρχονται από μία χώρα που 300 αθλητές της τελούν υπό αποκλεισμό για ντόπινγκ αυτή την στιγμή, εγείρουν αμφιβολίες και υποψίες.
Πώς αναλύεται η επίδοση της Chepngetich;
Πόσο γρήγορο είναι στην πραγματικότητα το 2:09:56 από γυναίκα; Η Chepngetich έτρεξε με μέσο ρυθμό 3′:05″/χλμ, 3″/χλμ πιο γρήγορο από της Assefa στο Βερολίνο και 17″/χλμ από της δεύτερης Sutume Asefa Kebede, η οποία τερμάτισε σε 2:17:32. Παρότι η επίδοση της Αιθιόπισσας είναι εξαιρετική, στην πράξη ήταν σημαίνει ότι ήταν σχεδόν 2.5 χιλιόμετρα πίσω από την Chepngetich όταν αυτή τερμάτιζε.
Αν και πρακτικά είναι αδύνατο να συγκρίνουμε χρόνους από άλλους αγώνες και διαδρομές (διαφορετικός καιρός, επίπεδο ανταγωνισμού ή τακτική), το sub-2:10 είναι ένα πελώριο άλμα για το γυναικείο τρέξιμο. Έρχεται σε μία εποχή που έχουμε δραματική άνοδο στον γυναικείο αθλητισμό γενικότερα, αποτέλεσμα της (καθυστερημένης, είναι η αλήθεια) αύξησης στην χρηματοδότηση, την υποστήριξη, την κάλυψη από τα media και την καθολική αποδοχή του γυναικείου αθλητισμού. Κι οι χρόνοι των ανδρών συνεχίζουν να πέφτουν όμως, κάτι που δείχνει ότι οι γυναικείες επιδόσεις οφείλονται και στην εξέλιξη κρισίμων παραγόντων, όπως η προπονητική, η τεχνολογία των παπουτσιών και η τροφοδοσία. Ακόμη κι έτσι όμως, ο χρόνος της Chepngetich αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση.
Πώς έκανε η Chepngetich το παγκόσμιο ρεκόρ.
Πριν και μετά τον αγώνα, η Κενυάτισσα είπε πως πολλά πράγματα την ενέπνευσαν να κυνηγήσει το WR στο Σικάγο. Ένα από αυτά ήταν η απογοήτευσή της από την 2η θέση στον περσινό αγώνα και αποτυχία της για ένα σερί τριών νικών. Είπε επίσης ότι ήθελε να τιμήσει την κληρονομιά που άφησε ο Kelvin Kiptum, ο οποίος είχε κάνει εκεί πέρυσι παγκόσμιο ρεκόρ με το επίσης εξωπραγματικό 2:00:35, χάνοντας όμως την ζωή του 4 μήνες μετά σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στοην Κένυα.
Το ρεκόρ του Kiptum έδειξε τι είναι εφικτό στην συγκεκριμένη διαδρομή, κάνοντας ένα μεγάλο αρνητικό split (60:48/59:47). Η Chepngetich δεν ακολούθησε αυτή την οδό, έχοντας περάσματα σε 64:16/65:40. Θυμίζουμε ότι η Assefa στο Βερολίνο έκανε επίσης αρνητικό split, με 66:20/65:33. Παρ’ όλα αυτά, η Chepngetich δεν επιβράδυνε πολύ, όπως συνηθίζεται με όσους ξεκινούν πολύ γρήγορα.
Πέραν των παραπάνω, η Chepngetich ήταν απογοητευμένη με το ότι δεν επελέχθη για την ολυμπιακή ομάδα της Κένυας, φέτος στο Παρίσι. Προερχόταν από μία κακή εμφάνιση και ένατη θέση τον Απρίλιο στο Λονδίνο (2:24:36), έχοντας έτσι ένα επιπλέον κίνητρο να διορθώσει τα πράγματα και να εδραιωθεί ξανά ως μία από τις κορυφαίες μαραθωνοδρόμους.
Συν τοις άλλοις, το Σικάγο ανταγωνίζεται το Βερολίνο και το Λονδίνο σε επίπεδο αγώνα, έχοντας μία από τις γρηγορότερες διαδρομές. Είναι σχεδόν επίπεδη, με την μόνη ανηφόρα να βρίσκεται στο τέλος του αγώνα. Και βέβαια επιτρέπονται λαγοί.
Ο ρόλος των super shoes δεν μπορεί φυσικά να μην ληφθεί υπ’ όψιν (η Chepngetich φορούσε τα Nike Alphafly 3), ούτε όμως και η πρόσφατη πρόοδος στον τομέα της προπόνησης και της τροφοδοσίας. Παρότι δεν γνωρίζουμε ακριβείς λεπτομέρειες, είναι γνωστό ότι η 30χρονη δρομέας προπονείται κυρίως μόνη της, ή με άνδρες, στους λόφους Ngong νοτιοδυτικά του Ναιρόμπι. Όσον αφορά την τροφοδοσία, η επιστήμη της αθλητικής διατροφής έχει αναπτυχθεί σε τεράστιο βαθμό προσφάτως και οι περισσότεροι elite δρομείς λαμβάνουν 90-120 γραμμάρια υδατανθράκων ανά ώρα.
Το σημαντικότερο όμως που κατάφερε η Chepngetich την Κυριακή, ήταν ότι απέδειξε για μία ακόμη φορά πως το τρέξιμο δεν μπορεί να περιοριστεί από προκαθορισμένες αντιλήψεις, βασισμένες στο παρελθόν. Τα δύο τελευταία χρόνια έχουμε δει την κενυάτισσα Faith Kipyegon να σπάει το υποτιθέμενο όριο του 3:50 στα 1500m (3:49.04) και την Beatrice Chebet να γίνεται η πρώτη γυναίκα που τρέχει τα 10.000m σε λιγότερο από 29 λεπτά (28:54.14). Η προσπάθεια της Chepngetich είναι ένα ακόμη πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τι είναι τελικά εφικτό.
Η σκοτεινή και φωτεινή πλευρά του τρεξίματος αντοχής
Δυστυχώς αλλά και δικαίως, το ερώτημα που εγείρεται κάθε φορά που καταρρίπτεται ένα ρεκόρ στους δρόμους αντοχής, είναι σχετικά με τις απαγορευμένες ουσίες βελτίωσης της απόδοσης, κοινώς το ντόπινγκ. Δεν υπαινισσόμαστε ότι η Chepngetich κάνει χρήση τέτοιων ουσιών ή ότι η επίδοσή της είναι αποτέλεσμα αυτού. Ούτε κάτι ανάλογο λέμε για τον John Korir (νικητή στο Σικάγο με περισσότερα από 2 λεπτά ΡΒ) ή το φαινόμενο Kiptum. Όπως προείπαμε, είμαστε σε μία εποχή όπου η τεχνολογική εξέλιξη και η επιστήμη έχουν επηρρεάσει σε δραματικό βαθμό τις αποδόσεις, τόσο στους elite δρομείς, όσο και τους ερασιτέχνες.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι αρμόδιες αρχές (συγκεκριμένα η WADA, η U.S. Anti-Doping Agency αλλά και η διοργάνωση του Chicago Marathon) εφαρμόζουν ικανώς τους κανονισμούς στην προαγωνιστική περίοδο, όπως και πριν και μετά τον αγώνα. Θα ήμασταν ωστόσο αφελείς αν παραβλέπαμε ότι το τρέξιμο μεγάλο απστάσεων έχει πολύ σοβαρό πρόβλημα στο θέμα του ντόπινγκ. Ή ότι οι κενυάτες αθλητές είναι εδώ και πολλά χρόνια στο στόχαστρο των αρχών, με πάμπολλες καταγεγραμμένες περιπτώσεις ντόπινγκ. Κάποια παραδείγματα είναι τρανταχτά, όπως ο Rhonex Kipruto, πρώην κάτοχος του WR στα 10.000m, η Diana Kipyokei, νικήτρια της Βοστώνης το 2021 ή ο Wilson Kipsang, πρώην κάτοχος του WR στον μαραθώνιο.
Μόλις λίγες ώρες μετά την επίδοση της Chepngetich, τα social media και τα forum πήραν φωτιά από σχόλια που αφορούσαν την αξιοπιστία της επίδοσής της.
Πέραν του μεγέθους του επιτεύγματος, αυτό οφείλεται στο ότι η Chepngetich εκπροσωπείται από τον ιταλό ατζέντη Federico Rosa. Μεταξύ άλλων, ο Rosa εκπροσωπούσε την Rita Jeptoo (τρεις φορές νικήτρια της Βοστώνης και δύο του Σικάγο) και την ολυμπιονίκη του Ρίο, Jemima Sumgong. Και των δύο οι επιδόσεις έχουν διαγραφεί από τα αρχεία αφότου βρέθηκαν θετικές σε ερυθροποιητίνη. Το όνομά του ΄χει συνδεθεί και με άλλες ύποπτες περιπτώσεις, παρόλο που τελικά δεν απεδείχθησαν.
Όταν ο Steve Magness, διάσημος προπονητής αλλά και “πληροφοριοδότης” στο σκάνδαλο του Nike Oregon Project, εγκωμίασε το ρεκόρ της Chepngetich στο Χ, κάποιος τον ρώτησε αν “παραήταν καλό για να είναι αληθινό”. Ο Magness απήντησε: “Θέλεις πάντα να ελπίζεις αλλά δεδομένης της επίδοσης, του ότι έχει ατζέντη τον Rosa, κτλ, αν έπρεπε να στοιχηματίσω θα έλεγα ότι όντως παραείναι καλό για να είναι αληθινό”.
Όλοι μας θέλουμε να ελπίζουμε αλλά πρέπει να είμαστε και ρεαλιστές. Δυστυχώς, φαίνεται πως μας βολεύει να αγνοούμε το πρόβλημα του ντόπινγκ και να το βάζουμε στην άκρη, ιδίως την στιγμή που πανηγυρίζουμε παγκόσμια ρεκόρ και σπουδαίες επιδόσεις. Βοηθάει άλλωστε και το γεγονός πως τα αποτελέσματα των ελέγχων και οι ποινές, συνήθως απαιτούν μήνες ή και χρόνια για να αποκαλυφθούν και να επιβληθούν.
Αρχικό κείμενο: Brian Metzler