Κατηγορία: Trainer – Ουδέτερο πάτημα – Βάρος: 295γρ. – 12mm drop (31/19mm)
Αν κάποιος παρακολουθεί τα διαδικτυακά “στέκια” που ασχολούνται με δρομικά παπούτσια ή διαβάζει τα διάφορα reviews που κυκλοφορούν, θα δει ότι στο επίκεντρο των συζητήσεων μεταξύ των aficionados, βρίσκονται συνήθως μοντέλα με νέες τεχνολογίες και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που υπόσχονται πως θα αλλάξουν το τρέξιμο. Η αλήθεια είναι ότι μερικά όντως ξεχωρίζουν, ενώ κάποια άλλα όχι και τόσο τελικά.
Παρότι είναι πολλοί οι δρομείς που “ψάχνονται” με τα παπούτσια, η συντριπτική πλειονότητα αναζητάει απλά ένα καλό μοντέλο που θα τους προσφέρει προστασία και άνεση.
To Ghost έκανε ανέκαθεν την δουλειά του, ήσυχα, όμορφα και στρωτά. Χωρίς φλυαρίες και βαρύγδουπες τεχνολογίες, αποτελούσε ένα workhorse ικανό να σηκώσει το βάρος μίας προετοιμασίας. Απορροφητικότητα, σταθερότητα και universal εφαρμογή, διατηρούν όλα αυτά τα χρόνια το μοντέλο της Brooks ανάμεσα στα best sellers παγκοσμίως. Κι επειδή, όπως έχουμε πει πολλές φορές, μια επιτυχημένη συνταγή δεν την πειράζεις, η εταιρεία εξακολουθεί να είναι προσεκτική στις αλλαγές ενός από τα βασικά της μοντέλα.
Επάνω μέρος και εφαρμογή
Μικρές είναι οι αλλαγές στο upper και τα υλικά, με το νέο μοντέλο να θυμίζει αρκετά το προηγούμενο. Παραμένουν οι δύο στρώσεις υφάσματος, με το εξωτερικό engineered mesh να έχει αρκετά πιο αραιή ύφανση και την εσωτερική επένδυση να είναι ελάχιστα πιο λεπτή. Ο προφυλακτήρας έχει κι αυτός ελαφρύνει, αποτελούμενος από πυκνότερη πλέξη και εσωτερικό σκληρότερο υλικό. Έτσι κι αλλιώς, η μεγάλη αλλαγή είχε γίνει ήδη από το προηγούμενο μοντέλο, όταν εγκαταλείφθηκε ο πελώριος εξωτερικός προφυλακτήρας των παλαιοτέρων εκδόσεων.
Overlays βρίσκουμε μόνο στην περιοχή του midfoot (3D FitPrint). Δεν έχουν καμμία σχέση με την πληθωρική σχεδίαση του παρελθόντος (όπως και στο V11) και δίνουν μία ελαφριά δομή γύρω από την καμάρα. Σε σχέση με πέρυσι, είναι λίγο πιο structured όλο το σημείο.
Χαρακτηριστικό των trainers της Brooks, ήταν ανέκαθεν το πλούσιο αφρώδες. Η γλώσσα είναι “αφράτη” και φαρδιά, ενώ και γύρω από τον αστράγαλο το υλικό είναι παχύ και πολύ μαλακό. Η μόνη διαφορά με πριν είναι στο σημείο του αχιλλείου τένοντα, όπου το υλικό είναι ακόμη πιο απαλό σε αίσθηση, καθώς έχει διαφορετικό ύφασμα.
Η άνεση είναι το πρώτο πράγμα που αποκομίζεις από το επάνω μέρος. Το πολυτελές περιβάλλον, τόσο από το αφρώδες όσο και την εσωτερική επένδυση, σε κάνει να θες να το φοράς ακόμη κι όταν δεν τρέχεις. Έτσι είναι τα Brooks άλλωστε.
Βρίσκεις εύκολα το σωστό σφίξιμο, παρά το πολύ padding, με την φαρδιά γλώσσα να απλώνει και να φιλτράρει οποιαδήποτε πίεση από τα κορδόνια. Μπορεί να μην έχει την, συνηθισμένη πλέον, bootie σχεδίαση αλλά δεν νοιώθεις κάποια διαφορά. Βέβαια, θα γκρινιάξω και πάλι για τα πολύ ελαστικά κορδόνια, κάτι που έχει πλέον γίνει κανόνας σχεδόν σε όλα τα παπούτσια. Όσο κι αν φαίνεται αμελητέα λεπτομέρεια, παίζει ρόλο στην εφαρμογή.
Η φτέρνα συγκρατείται όπως πρέπει, δείχνοντας ότι οι κλασικές λύσεις πολλές φορές δουλεύουν καλύτερα. Τελευταία βλέπουμε διάφορους πειραματισμούς σε αρκετά μοντέλα, με το αποτέλεσμα να μην είναι πάντα το αναμενόμενο. Εξίσου καλή είναι και η εφαρμογή στο μέσο. Σφιχτή αλλά όχι στενή, κρατάει την καμάρα σταθερά και χωρίς να αφήνει κενά πουθενά.
Ανέκαθεν το Ghost είχε πολύ ευρύχωρο toe box, κάτι που διατηρείται και εδώ. Πλάτος και ύψος δίνουν χώρο στα δάχτυλα να απλώσουν, ενώ ο πιο light προφυλακτήρας δίνει ακόμη περισσότερο αέρα. Θεωρώ σχεδόν απίθανο να μην βολευτεί κάποιος μέσα στο Ghost, όσο φαρδύ πέλμα κι αν έχει. Ακόμη όμως κι αν έχει στενό, το κράτημα σε midfoot και φτέρνα εμποδίζει το πόδι από το να γλυστράει μέσα στο παπούτσι.
Γενικότερα, το μοντέλο της Brooks είναι από εκείνα που η σωστή τους εφαρμογή εξαρτάται από το σφίξιμο των κορδονιών. Αναλόγως του τι θες να κάνεις ή τον όγκο του ποδιού σου, το ρυθμίζεις ανάλογα κι αυτό προσαρμόζεται. Δεν έχει καμμία καινοτομία, κάνει όμως την δουλειά του πραγματικά άψογα.
Εννοείται πως το επάνω μέρος έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τα μεγάλα και easy τρεξίματα, οπότε είναι αναμενόμενο να μην ακολουθεί σε γρήγορους ρυθμούς. Αν όμως μιλάμε για διαδρομές χωρίς ιδιαίτερες στροφές, δε νομίζω να αντιμετωπίσετε κάποιο θέμα, ακόμη και σε tempo τρεξίματα.
Τέλος, επιλέγετε το κανονικό σας νούμερο άφοβα.
Σόλα και πάτημα
Η σόλα δείχνει να μεταφέρθηκε αυτούσια από το προηγούμενο μοντέλο στο νέο. Συνεχίζει λοιπόν να αποτελείται από τον γνωστό BioMoGo DNA αφρό στο μεγαλύτερο μέρος της, με την εξωτερική πλευρά της φτέρνας να έχει το νέο DNA LOFT υλικό. Είναι πιο “λαστιχένιο” ως σύνθεση, παρότι εξακολουθεί να είναι EVA. Επίσης, είναι και πιο ελαφρύ, γι’ αυτό και βλέπουμε την διαφορά βάρους μεταξύ Ghost και Glycerin (full DNA LOFT) να μην είναι μεγάλη, όπως παλαιότερα.
Η εξώσολα είναι κι αυτή ίδια, με κάποιες πολύ μικρές αλλαγές. Πλήρης κάλυψη από χοντρό λάστιχο, μαλακό εμπρός και σκληρό πίσω, όπως σε όλα τα Brooks. Σίγουρα κάνει το παπούτσι ιδιαίτερα ανθεκτικό, η γνώμη μου όμως είναι πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί λιγότερο ή πιο λεπτό. Και βάρος θα εξοικονομείτο και πιο εύκαμπτη θα ήταν η σόλα.
Το πάτημα του Ghost 12 διατηρεί τον χαρακτήρα που είχε πάντα. Απόλυτα προστατευτικό, με μαλακή αλλά και συγχρόνως συμπαγή αίσθηση. Νοιώθεις το cushioning, χωρίς όμως να βουλιάζεις μέσα στον αφρό και αυτό είναι και ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του. Η σταθερότητα κατά το transition δηλαδή. Τόσο η φαρδιά βάση του όσο και τα “πομπέ” πλαινά της σόλας, δίνουν μεγάλη σιγουριά και κρατούν το πόδι ευθυγραμμισμένο.
Έχω την αίσθηση ότι το νέο μοντέλο είναι λίγο πιο μαλακό, ιδίως μπροστά. Η Brooks δεν ανακοινώνει τα ύψη της σόλας, από άλλες πηγές όμως φαίνεται πως αυτά έχουν αυξηθεί κατά 2mm. Όπως και να ‘χει, η διαφορά δεν είναι μεγάλη από πριν, ό,τι ξέρατε στο Ghost 11 θα το βρείτε κι εδώ. Παραδοσιακό cruiser που θα σε πάει απροβλημάτιστα όσο μεγάλη κι αν είναι η απόσταση και δεν θα ασχοληθείς μαζί του.
Παρά τον συγκεκριμένο χαρακτήρα του, αν κάποια στιγμή χρειαστεί να ανεβάσεις τον ρυθμό μέσα σε ένα τρέξιμο, διαπιστώνεις ότι το Brooks μπορεί να το κάνει. Η ποσότητα και το πάχος του λαστίχου από κάτω, ισορροπούν την μαλακή σόλα και το κάνουν σχετικά αποδοτικό. Σίγουρα δεν είναι παπούτσι για να κάνεις τα tempo σου, για εκεί υπάρχει π.χ. το Launch, αν όμως δουλεύεις εναλλαγές ρυθμού ή κάποιο long run με ρυθμό αγώνα, θα τα πάει μια χαρά.
Συμπέρασμα
Δεν είναι απαραίτητο κάθε δρομικό παπούτσι να προσπαθεί να φέρει νέα πράγματα στον χώρο και να ταράξει τα νερά. Υπάρχουν κάποιες σταθερές που πρέπει να υποστηρίζονται και να διατηρούνται και ο λόγος γι’ αυτό είναι απλός: τις απαιτεί το κοινό.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε η Brooks να κατεβάσει το drop του Ghost στα 8mm και να κερδίσει σημαντικό βάρος (και εντυπώσεις). Εν τούτοις, παραμένει στα 12mm, προσφέροντας στον δρομέα αυτό που έχει μάθει τόσα χρόνια ότι δουλεύει και τον ικανοποιεί. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις μοντέλων που εμφανίστηκαν, ενθουσίασαν τους “γνώστες” με την διαφορετικότητά τους αλλά μετά από μία ή δύο εκδόσεις, οι εταιρείες τα σταμάτησαν. Κι αυτό οφείλεται στο ότι δεν είχαν απήχηση στο ευρύ κοινό. Όχι απαραίτητα επειδή δεν του άρεσαν αλλά πιθανώς επειδή δεν τα δοκίμασε καν, δεν ήθελε να πειραματιστεί και επέλεξε να συνεχίσει με αυτό που ξέρει κι εμπιστεύεται.
Τέτοια περίπτωση είναι το Ghost και τέτοια λογικά θα παραμείνει. Απροβλημάτιστο κι ανθεκτικό για την πλειονότητα των δρομέων, ασφαλές και προστατευτικό για τον αρχάριο, σταθερό και σίγουρο για τα βαρύτερα κορμιά. Έτσι καλύπτεις το μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς κι έχεις κι ευχαριστημένο τον οικονομικό διευθυντή.
Roberto4Carlos
Ευχαριστούμε @echetlos όλοι εμείς οι brooks-ακηδες που μας φροντίζεις κάθε χρόνο με τις παρουσιάσεις σου.
Έχω σκεφτεί πως όταν αποσύρω το glycerin που πλέον ξεκάθαρα είναι too much για μένα στην συμπεριφορά του, πιθανό θα σκεφτω και το ghost που δεν έχω φορέσει και ποτέ. Από την άλλη βέβαια μιας και δεν κάνω μεγάλα τρεξίματα μάλλον θα παραμείνω στην λύση του launch για αυτές τις προπονήσεις.
Πάντως, έχω την εντύπωση ότι ο χώρος μεταξύ glycerin και launch, όλο και συμπιέζεται με αποτέλεσμα το ghost να ασφυκτιά λίγο.
Dimitris Voutyras
Ταλαιπωρούμαι απο τενοντίτιδα στο πέλμα τους τελευταίους μήνες, όπου μεταξύ άλλων έκοψα και το τρέξιμο για ενα διάστημα ώστε να πάρει χρόνο ο τένοντας για να αναρρώσει. Ακολουθώντας τη συμβουλή του γιατρού να παω σε παπούτσι πιο σταθερό και προστατευτικό απ’ οτι συνηθίζω να τρέχω μίλησα με τον γκουρού της καρδιάς μας @echetlos ο οποίος όπως πολύ εύστοχα μου είπε θα χρειαστώ ενα μεταβατικό παπούτσι ώστε να ξαναμπώ σε ρυθμό σιγά σιγά και μου πρότεινε τα NB 1080 v9 & Saucony Triumph iso 5. To ΝΒ δεν το βρήκα πουθενά, το Saucony το δοκίμασα αλλά μου θύμισε το αμέσως προηγούμενο μοντέλο, όπου σε κάθε προπόνηση ένιωθα οτι φοράω κάτι ξένο που δεν ταιριάζει στο πόδι μου και το απέκλεισα. Δοκίμασα λοιπόν το ghost 12 και με το που το έβαλα στο κατάστημα κατάλαβα οτι ταιριάζουμε. Αυτό που απολαμβάνω περισσότερο τρέχοντας το και μου είχε λήψει είναι η αλήθεια, είναι το πόσο σταθερό πάτημα έχουν χωρίς την αίσθηση όμως οτι τρέχεις πάνω σε κούτσουρα. Κατά τα άλλα, το παπούτσι είναι ακριβώς οτι περιγράφει ο Νίκος παραπάνω, ενα τίμιο trainer που κάνει καλά αυτό που προορίζεται να κάνει.